Δευτέρα 13 Ιουνίου 2022

ΓΙΑΤΙ

 11/1954 εναντίον του συν/ρχη Βέλκωφ, στην επιχείρηση κατάληψης του Αοξάτου την οποία διεύθυνε ο Β. Βέλτοεφ, σκοτώθηκαν περίπου διακόσια ειρηνικά πρόσωπα του χωρίον (Βλέπε: κεντρικά στρατιωτικά αρχεία της Σόφιας). Οι κατηγορίες εναντίον του του Βέλτσεφ δεν επαληθεύτηκαν. Την ημέρα αυτή με το λόχο τον πολέμησε σε άλλη περιοχή».

Αυτά όλα γράφονται από τον... σπουδαίο αυτό «ιστορικό» καθηγητή και πανεπιστημιακό Γκιώργκη Ντασκάλωφ. Πάλι καλά, θα λέγαμε που παραδέχεται όι,ι«σκοτώθηκαν περίπου διακόσια ειρηνικά πρόσωπα» στο Δοξάτο στις 29 Σεπ/μβρίου 1941.

Η αλήθεια όμως είναι —όπως την αφηγήθηκαν και μάλιστα κατέθεσαν και ενόρκως σε διοικητική εξέταση των αρχών μας αμέσως μετά την απελευθέρωση— ότι ενώ σε τίποτα δεν έφταιξαν οι Δοξατινοί και γι' αυτό δεν απεπειράθησαν να φύγουν όλοι στα βουνά ή να σκορπίσουν στον κάμπο για να κρυφτούν αλλά προτίμησαν να παραμείνουν στα σπίτια τους, πράγμα που αποδείχθηκε τελικά μεγάλο λάθος, όπως και στις 30 Ιουνίου του 1913.

Γύρω στις 8 ώρα το πρωί της 29ης Σεπτεμβρίου του 1941 ένας βουλγαρικός λόχος ανεπτυγμένος σε ακροβο-λισμό έμπαινε στο Δοξάτο πυροβολώντας και ρίχνοντας χειροβομβίδες. Οι στρατιώτες κλωτσούσαν τις πόρτες και έμπαιναν στα σπίτια όπου συνελάμβαναν όλους ανεξαιρέτως όσους έβρισκαν και οδηγώντας

τους στο σχολείο. Κατ' «εντνχή συγκυρία», εκείνη την ώρα βουλγαρικά αεροπλάνα άρχισαν να βομβαρδίζουν τις ακραίες περιοχές του Δοξάτου (εκτός του σχολείου) πράγμα που έδωσε την ευκαιρία σε ορισμένους τολμηρούς Δοξατινούς να καταφύγουν στο βουνό. Ύστερα από μικρό χρονικό διάστημα νέα και μεγαλύτερη δύναμη βουλγαρικού στρατού αποτελούμενη από 250 άνδρες κύκλωσε από όλες τις μεριές το Δοξάτο, αποτρέποντας έτσι κάθε προσπάθεια διαφυγής των κατοίκων του. Ήδη στο σχολείο είχαν στοιβαχθεί εκατοντάδες κρατούμενοι Δοξατινοί που οι Βούλγαροι έσπευσαν να διαχωρήσουν από τα γυναικόπαιδα. Ένας βούλγαρος αξιωματικός οργίλος δήλωσε στους κρατούμενους: «Οι δικοί σας έκαναν επανάσταση και σκότωσαν βούλγαρους χωροφύλακας, έκαψαν τον σταθμό χωροφυλακής και το κοινοτικό γραφείο. Γι' αυτό κανένας μα κανένας Έλληνας δεν θα μείνει ζωντανός, θα πεθάνετε όλοι. Κανείς δεν πρόκειται να γλιτώσει».

Εκείνη τη στιγμή ο Δοξατινός κρατούμενος Μιλτιάδης Κουρόγλου έπεσε και εξέπνευσε ακαριαία από ανακοπή καρδιάς. Ο οργίλος εκείνος αξιωματικός (ταγ/ρχης) ξαναφώναξε: «Κανένας Έλληνας δεν θα μείνει ζωντανός». Ύστερα ρώτησε και μάλιστα δυο φορές αν μεταξύ των συλληφθέντων είναι κανείς Βούλγαρος, χωρίς φυσικά να πάρει καμιά απάντηση. Το πτώμα του Κουρόγλου έμεινε άταφο τέσσερις μέρες, γιατί οι Βούλγαροι είχαν απαγορεύσει την ταφή του.


Στη συνέχεια με διαταγή ενός βούλγαρου επιλοχία τα γυναικόπαιδα κλείσθηκαν στο σχολείο ενώ ο ανδρικός πληθυσμός σχημάτισε δύο γραμμές. Η μία περιλάμβανε άνδρες 15 έως 25 ετών και η άλλη τους άνω των 25 χρόνων. Συμπληρώθηκε έτσι ο αριθμός των 400 ανδρών και στις δύο γραμμές. Εντωμεταξύ ο αφιχθείς από τη Δράμα αν/ρχης Ιωσήφ Μπεκιάρωφ διέταξε να εκτελούνται 50 άνδρες για κάθε σκοτωμένο βούλγαρο ενώ ένας βούλγαρος ταγ/ρχης που ήρθε από τη Δράμα διέταξε να σκοτωθούν και οι 400 συλληφθέντες. Στη συνέχεια και αφού κατά την προσφιλή βουλγαρική μέθοδο οι μελλοθάνατοι «αλαφρώθηκαν» από κάθε πολύτιμο αντικείμενο, δέθηκαν μεταξύ τους με αγκαθωτό σύρμα, οδηγήθηκαν σε μία άκρη του Δοξάτου, όπου σήμερα υπάρχει ένα μικρό πευκοδάσος, όπου και εκτελέσθηκαν με διασταυρούμενα πυρά πολυβόλων. Οι υπόλοιποι άνδρες (πέραν των 400) κρατήθηκαν στο σχολείο μαζί με τα γυναικόπαιδα και την επομένη ημέρα της εκτέλεσης αφέθηκαν ελεύθεροι αλλά με τον περιοριστικό όρο να μείνουν για 15 μέρες κλεισμένοι στα σπίτια τους. Σε ολόκληρο εκείνο τον θρακομακεδο-νικό χώρο απαγορεύτηκε η κυκλοφορία στους δρόμους. Τα πτώματα των εκετελεσθέντων έμειναν άταφα για τρεις μέρες και στη συνέχεια τάφηκαν σε ομαδικούς τάφους. Από τους 400 μελλοθάνατους κατάφεραν να διασωθούν την τελευταία στιγμή οι: Ευάγγελος Μπαλίδης, Μ. Λύτρας, Κων/νος Παπαδόπουλος, Άγγ. Θασίτης, Αθαν. Καραδημητρίου, Πετρ. Σαγώνας, Ιωάννης Γάτσος και Κων/νος Καραμπέρης, οι οποίοι και διηγήθηκαν την τραγική στιγμή της εκτέλεσης. Ο Ευάγ. Μπαλίδης κατά τη μεταφορά του στον τόπο της εκτέλεσης κατόρθωσε να λυθεί, άρπαξε το όπλο ενός βούλγαρου στρατιώτη που τον συνόδευε και αφού τον χτύπησε μ' αυτό κατάφερε να δραπετεύσει. Οι υπόλοιποι επτά διασωθέντες με τις ριπές των πολυβόλων έπεσαν τραυματισμένοι μέσα στο σωρό των πτωμάτων και αφού απέφυγαν κατά τύχη τις χαριστικές βολές προσποιούμενοι τους νεκρούς, παρέμειναν κάτω από τους σωρούς των πτωμάτων για 6-7 ώρες μέχρι να ηρεμήσουν τα πράγματα και στη συνέχεια, αφού κατάφεραν να λυθούν εκμεταλλευόμενοι και το βαθύ σκοτάδι δραπέτευσαν με κατεύθυνση το βουνό.

Ύστερα από την εκτέλεση, οι Βούλγαροι αφού λεηλάτησαν τους σταύλους και τα ποίμνια της περιοχής επέβαλαν στους επεζήσαντες κατοίκους πρόστιμο 500 λέβα κατά οικογένεια προς αποζημίωση των καταναλω-θέντων φυσιγγίων που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση των προσφιλών τους προσώπων. Αίσχος πρωτοφανές, απίστευτο και όμως αληθινό. Όλα αυτά βέβαια δεν τα αναφέρει ο «ιστορικός» καθηγητής του Πανεπιστημίου της Σόφιας στο «περισπούδαστο» βιβλίο του ενώ αντιθέτως προσπαθεί να μετατρέψει το μ,αύρο σε άσπρο κατά την προσφιλή βουλγαρική μέθοδο, δικαιολογώντας έτσι τα... αδικαιολόγητα με δήθεν αμεροληψία που μας θυμίζει άλλον παλαιότερο συνά-δελφόν του, που θέλησε να μας αποδείξει ότι ο Μέγας Αλέξανδρος (βελίκι Αλεξάντερ)ήταν... Βούλγαρος!!!

Τι κάνουν όμως οι δικοί μας πανεπιστημιακοί

δάσκαλοι, ιδιαίτερα του Δημοκρίτειου Πανεπ. Θράκης, δηλ. των περιοχών αυτών που ενδεχομένως θα έχουν και κάποιο συγγενή τους θύμα από την οικογένεια τους στη διάρκεια της φοβερής εκείνης τετραετίας (1941-1944); Δυστυχώς έτσι είμαστε εμείς οι Έλληνες, «Αεί παίδες». Πάντα μεγάλα παιδιά. Δεν μνησικακούμε, ξεχνούμε εύκολα, συγχωρούμε μέχρι βλακείας χωρίς ούτε καν μία συγνώμη από τους σφαγείς μας. Την ιστορία μας όμως, τα αιματηρά γεγονότα που σημάδεψαν τον τόπο μας δεν πρέπει να τα ξεχνάμε γιατί δεν έχουμε αυτό το δικαίωμα. Γιατί λαοί που ξεχνούν το παρελθόν τους δεν μπορούν να δημιουργήσουν με σιγουριά το μέλλον τους. Όχι μίσος, ούτε ανάξεση παλιών πληγών, από την άλλη όμως όχι και θάψιμο για πάντα τέτοιων φρικτών εγκλημάτων. Απόδειξη ότι δεν μνησικακούμε είναι και το γεγονός ότι οι τόσα δεινοπαθήσασες περιοχές δεν αρνήθηκαν να στείλουν —όποτε αυτό τους ζητήθηκε— σημαντική ανθρωπιστική βοήθεια στους κατά καιρούς λιμοκτονούντες Βουλγάρους. Εν τούτοις οι Βούλγαροι ουδέποτε και ουδαμώς εζήτησαν έστω και μια απλή συγνώμη για τις σφαγές, τις δηώσεις, τις λεηλασίες και τα τόσα ανοσιουργήματα που διέπραξαν σε βάρος του λαού μας. Και κανείς μα κανείς βούλγαρος επίσημος στις τόσες επισκέψεις τους δεν αισθάνθηκε ούτε την ντροπή ούτε την υποχρέωση να καταθέσει ένα απλό στεφάνι σε ένα από τα τόσα μνημεία των χιλιάδων αθώων θυμάτατν τους, που το μόνο έγκλημα στη ζωή τους υπήρξε το γεγονός ότι γεννήθηκαν Έλληνες. Πράγμα που έκαναν οι Γερμανοί επίσημοι (μέχρι και ο τελευταίος από αυτούς πριν λίγους μήνες) επισκεπτόμενοι το μνημείο των Καλαβρύτων αλλά και άλλων, για τα εγκλήματα τα)ν Χιτλερικών στη χώρα μας.

Αλλά μήπαις οι Βούλγαροι επέστρεψαν σε μια κίνηση φιλίας και μεταμέλειας —όπα^ς εξ άλλου είχαν ρητή υποχρέωση να κάνουν από τις υπογραφείσες συνθήκες— τα αρπαγέντα κειμήλια μας κατά τις προσωρινές κατοχές τους από τα ιστορικά μας μοναστήρια εκείνο της Εικοσιφοινίσσης του Παγγαίου, εκείνο του Τιμίου Προδρόμου Σερρών αλλά κι εκείνο της Καλάμους και Αρχαγγελιώτισσας Ξάνθης; Τις εκατοντάδες ιερά κειμήλια μας που σεβάσθηκαν οι αιώνες και άλλοι κατακτητές και που σήμερα ξεδιάντροπα εκθέτουν στο βουλγαρικό ίδρυμα σλαβο-βυζαντινών μελετών Ιβάν Ντούιτσεφ της Σόφιας;

Ο γράφων επισκέφθηκε προς τούτοις το ίδρυμα αυτό και επεσήμανε διαμαρτυρόμενος αυτήν την κατακράτηση, για να πάρει την απάντηση ότι πρόκειται για... λεία πολέμου!

Και να σκεφτεί κανείς ότι και στους δύο τελευταίους πολέμους οι Βούλγαροι όχι μόνο δεν έριξαν ούτε ντουφέκια για τις ελευθερίες του πολιτισμένου κόσμου αλλά είχαν συστρατευθεί και με την πλευρά εκείνων που θέλησαν να τον κατακτήσουν, βυθίζοντας τον τελικά στη φρίκη, στο αίμα και στο πένθος.

Λάμπρος Τουφεξής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου