Τ |
3 δοξατο λεν ειναι απλα μια επαρχιακή •ίωμόπολη της πολύπαθης —ιδιαίτερα το τρωτό ήμισυ του απερχομένου ήδη αιώνα μας— Ανατολικής Μακεδονίας, αλλ' είναι τόπος αιμα-τόβρεχτος, τόπος δακρύων, τόπος μαρτύρων και ηρώων.
Πράγματι δεν υπάρχει άλλη ελληνική γωνιά, η οποία μέσα σε τρεις δεκαετίες (1913 - 1941) να έχει δεχθεί δύο τρομακτικές καταστροφές: δηώσεις, αρπαγές, εμπρησμούς, κ.τ.λ. και κυρίως σχεδόν πλήρη εξόντωση του πληθυσμού, με σφαγές, ομαδικούς τουφεκι-σμούς και ομηρίες, βιασμούς κι εν συνεχεία βάναυση δολοφονία γυναικών. Δράστες κι αυτουργοί οι επιβου-λείς (ας ελπίζουμε ότι απέβαλαν αυτό το πάθος) της Μακεδονίας μας βόρειοι γείτονες μας, οι Βούλγαροι.
30 ΙΟΥΝΙΟΥ 1913: Ο βουλγαρικός στρατός από δεκαημέρου σ' όλο το μήκος του μετώπου, από επιτιθέμενος μετετράπη μετά τις επικές μάχες Κιλκίς -Λαχανά και Δοϊράνης, σε εν σπουδή υποχωρούντα. Ήδη προ τριημέρου (27 Ιουνίου 1913) ναυτικό άγημα μας είχε ελευθερώσει την Καβάλα, όπου από την επομένη αποβιβάζονται μονάδες πεζικού και προωθούνται προς δυσμάς και προς Βορράν. Οι ανέκαθεν στερούμενοι ήθους Βούλγαροι, αντί ν' αντιμετωπίσουν ανδρο-πρεπώς τον προελαύνοντα ελληνικό στρατό, ξεσπούν με λύσσα και μανία στους άμαχους Έλληνες των περιοχών που εγκαταλείπουν! Τότε το Δοξάτο είχε το «θλιβερό προνόμιο» να βρεθεί κυριολεκτικά στο «μάτι τον κυκλώνα». Διλοχία βουλγαρικού στρατού (δυνάμεως 400 ανδρών) υπό τους ταγματάρχες Μπίρνεφ και Συμεώνωφ του 10ου Πεζικού Συντάγματος και 120 ιππείς υπό τους ίλαρχον Νικολάι Καρακουλάκωφ και εφ. ανθυπίλαρχο Βάτσεφ, συνοδευόμενοι και από ομάδας κομιτατζήδων, στις 7 η ώρα το πρωί της 30ής Ιουνίου 1913, αφού εκύκλωσαν πανταχόθεν, ασφυκτικά το Δοξάτο, αιφνιδιαστικά πέσαν από παντού επάνω στους κατοίκους του τους οποίους κατέσφαξαν με τον πλέον άγριο τρόπο, ανεξάρτητα από φύλο ή ηλικία. Εξακόσιοι πενήντα (650) Δοξατινοί - Δοξατινές πέρασαν εκείνο το μαύρο πρωινό δια στόματος βουλγαρικής μαχαίρας! Εν συνεχεία, αφού οι «ηρωικοί» σφαγείς των αμάχων άρπαξαν ό,τι βρήκαν που μπορούσαν να το μεταφέρουν, έβαλαν φωτιά με το πετρέλαιο που είχαν φέρει μαζί τους γι' αυτό το σκοπό. Για να μην υπάρξει ακόμη κι απειροελάχιστη αμφιβολία στους αναγνώστες μας για υπερβολές κ.τ.λ. και για του λόγου το αληθές, θα δώσουμε το λόγο στους ξένους αυτόπτες και δη σε κάποιους που δεν ήσαν καν φιλέλληνες. Επιλέξαμε από τις πλέον της δεκάδας των περιγραφών που δημοσιεύθηκαν σ' έγκριτες ευρωπαϊκές εφημερίδες, τις ανταποκρίσεις ενός Ιταλού και ενός Ρώσου. (Σημειώνω ότι ιδιαιτέρως τότε τόσο η Ιταλία όσο και η Ρωσία υπεστήριζαν την Βουλγαρία).
Εφημερίδα «ΣΕΚΟΛΟ» ιταλ., φύλλο της 26ης Ιουλίου 1913:
«... Οι κάτοικοι έντρομοι συλλέξαντες ό,τι πολύτι-
μον είχον ήρχισαν να φεύγωσι άλλοι προς Καβάλα και άλλοι δια της κοίτης του ξεροχειμάρρου προς τ\ όρη. Εκατοντάδες τινές εκλείσθησαν εντός των οικιών Αίφνης ενεφανίσθη βουλγαρικό ιππικό και ήρχισε λυο σώδη καταδίωξιν των φευγόντων. Ενώ 400 βούλγαρο στρατιώτες εισήρχοντο με εφ' όπλου λόγχην εις κ Δοξάτον ακολουθούμενοι υπό δύο αμαξών, φορτωμε νων με πετρέλαιον. Το ιππικόν εξ 120 ανδρών διαιρά θέν εις δύο αποσπάσματα, διοικούμενα υπό τω ι ταγ/ρχών Μπίρνεφ και Συμεώνωφ κατεδίωκαν του; φεύγοντας, άνδρας, γυναίκες και παιδιά ρίπτοντες αυτούς καταγής δια σπαθισμών...».
Χαρακτηριστική είναι επίσης η περιγραφή τοι Ρώσου ανταποκριτή της εφημερίδας «ΡΟΥΣΚΓ1Ε ΟΥΤΡΟ»= «Ρωσική Πρωία της Μόσχας», Βλαντιμί^ι Τορνώφ, στο φύλλο της 20ής Ιουλίου 1913, όπου μετα^ ξύ άλλων γράφει:
«... Αι ανθρωποθυσίαι αϊ διαπραχθείσαι υπό των Βουλγάρων υπήρξαν φρικαλέαι. Εκατοντάδες αθώωψ πολιτών κατεσφάγησαν, αϊ δε διαρπαγαί υπήρξαν κολοσσιαίαι. Είδομεν καταγής εν μέσω ερειπίων χρη\ ματοκιβώτια βιαίως διερρηγμένα, ραπτομηχανάς κατε-στραμένας... Γυναίκες εθρήνων πικρώς και συνέστρε-φον τας χείρας εξ απογνώσεως. Είδον ιδίοις οφθαλμοίς\ παιδιά πληγέντα δια λογχισμών. Εις πλείστα μέρη, συναντήσαμε σωρούς· πτωμάτων εκτεθειμένων εις τον καύσωνα τον ηλίου και άλλα πτώματα κατά το ήμιονι ξεθαμμένα και των οποίων οι πόδες, η κεφαλή και αϊ χείρες προέβαλαν φρικαλέως εκ της γης...».
Επίσης αδιάσειστα στοιχεία και τεκμήρια και αψειι-δείς μαρτυρίες για τα βουλγαρικά ανοσιουργήματα εις βάρος αμάχων είναι οι φωτογραφίες που τότε απαθανάτισε τις διάφορες σκηνές της φρικτής εκείνης τραγωδίας του Δοξάτου ο άγγλος πλοίαρχος του πολεμικού Ναυτικού, μέλος της ναυτικής αποστολής στην Ελλάδα, €ΑΚΌΑΕ, ο οποίος ευρεθείς τότε στην Καβάλα, πληρο- α, φορήθηκε τα διαδραματισθέντα και έσπευσε στο Σ Δοξάτο, όπου και φωτογράφισε αυτά τα φρικτά που Ε είδε. Μάλιστα κατά την επιστροφή του στην Αθήνα γ περιέγραψε τις εντυπώσεις του στον εκεί ανταποκριτή του «Νταίηλυ Τέλεγκραφ» του Λονδίνου, που δημοσιεύθηκαν στα φύλλα της 11ης και 24ης Ιουλίου 1913 και όπου μεταξύ άλλων διβάζουμε:
«... Κατά την είσοδον εις την πάλιν, το πρώτον όπερ προσέπεσεν εις τους οφθαλμούς μου, ήσαν αγέλαι κυνών καταβροχθιζόντων ανθρωπίνας σάρκας. Η πόλις τελείως κατεστραμμένη εφαίνετο έρημος, ως εκ τούτου δε ηναγκάσθην να φωνάξω επανειλημμένως δια να εμφανισθώσι γραίαι τινές εκ των ερειπίων. Όλα τα πτώματα ήσαν διάτρητα υπό λογχών και έφερον τα ίχνη απίστευτων ακρωτηριασμών. Οι τοίχοι των οικιών είχαν ρυπανθεί από αίματα, εις το ύφος έξι ποδών από του εδάφους, τονθ' όπερ εξηγείται, κατά το λέγειν των επιζώντων εκ του ότι τα δυστυχή θύματα δεν είχον σφαγεί αμέσως αλλά εθανατούντο βραδέως δια λογχισμών...».
Το Ελληνικό Στρατηγείο με τηλεγράφημα υπογρα-φόμενον υπό του ιδίου του Βασιλέως Κ ων/νου κατήγ-
|
ί αοξατο: Επίσκεψη του τότε γεν. γραμματέα του υπουργείου κοινωνικής πρόνοιας αείμνηστου σερραίου ιστορικού Πέτρου Πέννα, στη «Ματωμένη
Γκιόλα» των εκτελεσμένων Ελλήνων. (Αρχείο ΓΙΑΤΙ).
'/ειλε προς την Κυβέρνηση αλλά και σ' όλο τον πολιτισμένο κόσμο, τις βουλγαρικές θηριωδίες ως εξής: «Εν Χατζή Μπεϊλίκ τη 1η Ιουλίου 1913 Η κωμόπολις Δοξάτου επυρπολήθη χθες περί την μεσημβρίαν υπό του υποχωρούντος Βουλγαρικού Στρατού. Της πυρπολήσεως προηγήθησαν διαρπαγαί. Εξακόσιοι Έλληνες μεταξύ των οποίων ιερείς τινές, γυναίκες και παιδιά εσφάγησαν θηριωδώς υπό των ορδών, οίτινες έφερον την προσωνυμίαν των βουλγάρων στρατιωτών, καθώς και των μετ' αυτών συνεργα-| σθέντων κομιτατζήδων. Είναι τόσον θηριώδεις αϊ πράξεις αύται των Βουλγάρων, ώστε κι αυτός ο βούλγαρος Αρχιμανδρίτης έψεξε την συμπεριφοράν των ομοεθνών τον. Οι Βούλγαροι κατασπιλούντες πάντα ανθρώπινον \ νόμον μεταβάλλουσι κατά την υποχώρησίν των εις τέφραν παν ότι Ελληνικόν και σφάζουσι άνευ οίκτου γέροντας, παιδία και γυναίκας...».
Και εδώ θεωρώ σκόπιμο να υπενθυμίσω ότι τότε, τον Ιούλιο του 1913, ο Ελληνικός Στρατός, αφού παρε-βίασε μαχόμενος και τα φοβερά στενά της Κρέσνας (μήκους 20 χλμ.) προήλασε μέχρι τα πρόθυρα της πόλεως Άνω Τζουμαγιά (Μπλαγκοεβγκράντ σήμερα) περί τα 80 χιλιόμ. βορείως, εντός του βουλγαρικού εδάφους, το δε Γενικό Στρατηγείο μας υπό τον βασιλιά Κων/νο είχε εγκατασταθεί στο Λιβούνοβο. Εν τούτοις, ο Ελληνικός στρατός κατά την αποχώρηση του (συνθήκη Βουκουρεστίου) δεν μάτωσε ούτε μύτη βουλγάρου αμά-
χου, ενώ είχε την ευκαιρία —γιατί όχι και το δικαίωμα;— να εφαρμόσει αντίστοιχα αντίποινα προς γνώση και συμμόρφωση των Βουλγάρων που έμειναν και τότε ατιμώρητοι για τα εγκλήματα τους, τα οποία και επανέλαβαν θρασύτατα στα επόμενα χρόνια 1916-18 και 1941-1944 με την ίδια ένταση και φρίκη, όταν ουραγοί των Γερμανών, ξανακατέλαβαν αμαχητί τ' άγια χώματα μας. Ειδικά στο Δοξάτο το 1916-18, οι Βούλγαροι δεν βρήκαν πολλούς για να σφάξουν. Σημειώθηκαν σποραδικοί φόνοι αλλ' αποδεκάτισαν τους εναπομείναντες από την προ τριετίας μεγάλη σφαγή με την ομηρία όλου του ανδρικού πληθυσμού της Αν. Μακεδονίας -Θράκης —χωρίς να εξαιρέσουν ούτε τους ιερείς— στη Βουλγαρία σε στρατόπεδα εξόντωσης αλλά και της φοβερής πείνας που επέβαλαν κατάσχοντας τρόφιμα και ολόκληρη την γεωργική παραγωγή.
Ι ΜΕΓΑΛΗ ΟΜΩΣ ΣΥΜΦΟΡΑ ΤΟΥ ΑΜΟΙΡΟΥ ΔΟΞΑΤΟΥ
ταναλήφθηκε τους πρώτους μήνες της τελευ-I ταίας επαχθέστατης βουλγαρικής κατοχής στην Αν. Μακεδονία και Θράκη, όταν οι βούλγαροι σφετεριστές επανήλθαν το 1941 και είδαν το Δοξάτο ανασυγκροτημένο και ακμαίο, ενώ το είχαν αφήσει σωρό ερειπίων. Και γι' αυτό —όπως αποδείχθηκε— υπήρξε ο πρώτος στόχος στη διάρκεια της εφαρμογής των σατανικών τους σχεδίων για μια ακόμη φορά να εξοντώσουν και να εκτοπίσουν τον ελληνικό πληθυσμό, προ-
κειμένου να φέρουν και να εποικίσουν το χώρο με τους συμπατριώτες τους. Δυστυχώς στην εφαρμογή κι επιτυχία του πραγματικά σατανικού τους αυτού σχεδίου συνέπραξαν και συνετέλεσαν ΟΜΟΛΟΓΟΥΜΕΝΩΣ ΑΚΟΥΣΙΑ και μερικά δευτεροκλασάτα, —αφελή θα έλεγα περισσότερο— τοπικά στελέχη του Κ.Κ.Ε., με τη συγκατάθεση, του «Μακεδόνικου» του Γραφείου στη Θεσσαλονίκη. Τα τοπικά αυτά στελέχη, κυρίως του Ν. Δράμας (σημειωτέον ότι το Γραφείο του Κ.Κ.Ε. Δράμας είχε καταφέρει να ξεφύγει από την τσιμπίδα του Μανιαδάκη) αφελέστατα ήρθαν σ' επαφή με Βουλγάρους που προσποιήθηκαν τους κομμουνιστές (ενώ στην πραγματικότητα ανήκαν στην βουλγαρική ασφάλεια) και εν ονόματι του ουτοπιστικού διεθνιστικού οράματος, «πέρασαν» σ' αυτούς πως ήρθε η ώρα να δράσουν από κοινού μιας και ο «Κόκκινος στρατός» προήλαυνε νικητής και σύντομα θα περνούσε τον Δούναβη και ότι και στη Βουλγαρία είχε εκραγεί κομμουνιστική επανάσταση. Απληροφόρητοι και αφελέστατοι μέχρι βλακείας πίστεψαν τα «παραμύθια» των Βουλγάρων. Κι εδώ εύλογα αναρωτιέται κανείς: αυτοί οι επαγγελματίες συνωμότες δεν διέθεταν ούτε ένα ραδιόφωνο για ν' ακούσουν ότι εκείνη την εποχή ο «Κόκκινος Στρατός» είχε πάθει εκείνη την χρονική περίοδο σχεδόν πανωλεθρία, με αποτέλεσμα χιλιάδες Ρώσοι να συλληφθούν αιχμάλωτοι και η Βέρμαχτ να φτάσει στα πρόθυρα της Μόσχας; Εν τη αφέλεια τους λοιπόν οι κομμουνιστές πήραν τα όπλα και χωρίς στοιχειώδη οργάνωση για ένοπλο αγώνα συνήργησαν σε μια τύπου «Ίλιντεν» - Κρούσοβο του 1903 την ψευτοεπανά-σταση της Δράμας, με τις γνωστές συνέπειες και τα ολέθρια αποτελέσματα σε βάρος του ελληνισμού της περιοχής. Δυστυχώς το ελληνικό κράτος δεν εδέησε να προβεί μέχρι σήμερα στην επακριβή καταγραφή των ζημιών και των θυμάτων, ο αριθμός των οποίων κυμαίνεται ανάμεσα στις 12 και 15 χιλιάδες σφαγιασθέντες σε ολόκληρο το χώρο της Αν. Μακεδονίας και Θράκης στη διάρκεια εκείνου του φοβερού φθινοπωρινού δεκαημέρου, τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου 1941.
Αοξάτο: 29 Σεπτεμβρίον 1941, ημέρα Δευτέρα
εταμεσονυκτιεσ ωρεσ Κυριακής 28 προς 29 1 Σεπτεμβρίου 1941 (ημερομηνία που είχε ορισθεί [ως έναρξη της ψευδοεπανάστασης της Δράμας) οι δύσμοιροι κι ανύποπτοι Δοξατινοί άκουσαν ξαφνικά πυροβολισμούς, κωδωνοκρουσίες και φωνές «ζήτω» ανάμεικτα με τα «ούρα!-ονρα»! (βουλγαρική ζητωκραυγή). Στην προτροπή των πυροβολούντων και κραυγαζό-ντων να βγουν από τα σπίτια τους και ότι έφθασε η ελευθερία, οι Δοξατινοί, έχοντες ίσως και κάποια κακή προαίσθηση, έμειναν παγωμένοι και οι περισσότεροι από αυτούς κλείστηκαν στα σπίτια τους. Μερικοί περισσότερο προνοητικοί, γλίστρησαν μέσα στο σκοτάδι προς το βουνό ή προς τον κάμπο (τενάγη των Φιλίππων) όπου τα καλαμπόκια ήταν ψηλότερα από 2 μέτρα. Και αυτοί ήταν που σώθηκαν. Ο βούλγαρος Γεν. Διοικητής Δράμας Β. Γκεωργκίεφ που από νωρίς το
απόγευμα βρέθηκε στο Δοξάτο (γιατί άραγε;) όταν είδε ότι το εγχείρημα του (γιατί αυτός θεωρείται ο αρχιτέκτονας του όλου «επαναστατικού» σχεδίου) μπορούσε να καταλήξει σε «φιάσκο», επειδή δεν ανταποκρίθηκαν σ' αυτό και να βγουν στο δρόμο οι Δοξατινοί, μέσω των συνδέσμων που διέθετε τότε έδωσε εντολή στην «φωνασκούντα» μικτή ελληνοβουλγαρική δήθεν επαναστατική ένοπλη ομάδα, να χτυπηθεί ο σταθμός χωροφυλακής ώστε να θεωρηθεί πραγματική... επανάσταση! Πράγματι, οι δήθεν βούλγαροι επαναστάτες παρέσυραν τότε τους αφελείς και θερμοκέφαλους δικούς μας μ' αποτέλεσμα να χτυπήσουν το κτίριο του αστυν. σταθμού, να το καταλάβουν και στη συνέχεια να το πυρπολήσουν.
Οι Βούλγαροι αναφέρουν τέσσερις νεκρούς και κάποιον ιδιώτη δικό τους ονόματι Μπαμπάνη από την Καστοριά. Ωστόσο ο ασχοληθείς επί τέσσερα χρόνια μετά τα γεγονότα αυτά της Δράμας Ε. Θωμόπουλος, σε σειρά πέντε (5) άρθρων του από τις 10 Νοεμβρίου 1945 στην αθηναϊκή εφημερίδα «Ακρόπολις» ισχυρίζεται ότι τη νύχτα της 28 προς 29 Σεπτεμβρίου 1941 στο Δοξάτο, ο κόσμος άκουσε πυροβολισμούς κι εκρήξεις βομβών. Επίσης φωνές στα ελληνικά αλλά και στα βουλγάρικα όπως «Επανάσταση» και «Κομμουνισμός». Κανείς όμως δεν συγκινήθηκε για να συμμετάσχει σ' αυτήν την επανάσταση «γιατί γνώριζαν τις... πονηριές των Βουλγάρων...». Περαιτέρω ο Ε. Θωμόπουλος ισχυρίζεται ότι «οι κηδείες των 13 νεκρών αστυνομικών στο Δοξάτο και τα Κύργια ήταν φανταστικές και ψεύτικες, καθότι τα φέρετρα ήσαν αδειανά...». Πράγματι, για όποιον γνωρίζει καλά τους Βουλγάρους το επιβεβαιώνει, διότι ο Βούλγαρος είναι αριστοτέχνης στη διαστρέβλωση. Ο γράφων, που τους υπέστη, έχει προσωπική αντίληψη, δυστυχώς! Βέβαια ο καθηγητής του πανεπιστημίου της Σόφιας ιστορικός της νεότερης ιστορίας, Γκιόργκη Ντασκάλωφ (ο οποίος όπως πληροφορούμαι λίαν προσεχώς προτίθεται να επισκεφθεί την Καβάλα) απορρίπτει αυτήν την εκδοχή (της σκηνοθετημένης «επανάστασης») και την θεωρεί συκοφαντική εναντίον τα>ν Βουλγάρων! στο βιβλίο που εξέδωσε στη Σόφια το 1992 με τίτλο «Ντράμσκο Βαστάνε» (Η εξέγερση της Δράμας).
Ωστόσο όμως, ο περισπούδαστος αυτός βούλγαρος καθηγητής σχετικά με την εν ψυχρώ εκτέλεση των εκατοντάδων αμάχων Δοξατινών, γράφει τα εξής: «... Το απόγευμα της 29ης Σεπτεμβρίου 1941 ίλη ιππικού ξεκίνησε από τη Δράμα και έφθασε στο Δοξάτο. Εκεί ήρθε σε σύγκρουση με τους επαναστάτες οι οποίοι ήσαν ακροβολισμένοι στα περίχωρα του χωριού. Η πολεμική αυτή μονάδα χρησιμοποιούσε στις μάχες πολυβόλα και πυροβολικό αλλά η πρωτοβουλία των επιχειρήσεων πολύ γρήγορα πέρασε εξ ολοκλήρου στα χέρια τον στρατού. Ετσι οι επαναστάτες συνετρίβησαν κι έδωσαν πολλά θύματα. Ένα μέρος των επαναστατών κατόρθωσε να διαφύγει, ενώ θύματα υπήρξαν μεταξύ του άμαχου πληθυσμού... Για τα θύματα αυτά και σύμφωνα με τις μαρτυρικές καταθέσεις του Βλαντιμίρ Χρήστωφ Τουρνατζιέφσκυ στο περιφερειακό στρατοδικείο της Σόφιας κατά την εκδίκαση της ποινικής υπόθεσης Νο
|
Αλλη μια σπανία και αύημυσιευτη φωτογραφία από την επίσκεψη στο Δοξάτο του τότε γεν. γραμματέα του υπουργείου κοινωνικής πρόνοιας αείμνηστου σερραίου ιστορικού Πέτρου Πέννα, και την τέλεση του πρώτου μνημόσυνου για τα θύματα της βουλγαρικής θηριωδίας. (Αρχείο ΓΙΑΤΙ).
11/1954 εναντίον του συν/ρχη Βέλκωφ, στην επιχείρηση κατάληψης του Αοξάτου την οποία διεύθυνε ο Β. Βέλτοεφ, σκοτώθηκαν περίπου διακόσια ειρηνικά πρόσωπα του χωρίον (Βλέπε: κεντρικά στρατιωτικά αρχεία της Σόφιας). Οι κατηγορίες εναντίον του του Βέλτσεφ δεν επαληθεύτηκαν. Την ημέρα αυτή με το λόχο τον πολέμησε σε άλλη περιοχή».
Αυτά όλα γράφονται από τον... σπουδαίο αυτό «ιστορικό» καθηγητή και πανεπιστημιακό Γκιώργκη Ντασκάλωφ. Πάλι καλά, θα λέγαμε που παραδέχεται όι,ι«σκοτώθηκαν περίπου διακόσια ειρηνικά πρόσωπα» στο Δοξάτο στις 29 Σεπ/μβρίου 1941.
Η αλήθεια όμως είναι —όπως την αφηγήθηκαν και μάλιστα κατέθεσαν και ενόρκως σε διοικητική εξέταση των αρχών μας αμέσως μετά την απελευθέρωση— ότι ενώ σε τίποτα δεν έφταιξαν οι Δοξατινοί και γι' αυτό δεν απεπειράθησαν να φύγουν όλοι στα βουνά ή να σκορπίσουν στον κάμπο για να κρυφτούν αλλά προτίμησαν να παραμείνουν στα σπίτια τους, πράγμα που αποδείχθηκε τελικά μεγάλο λάθος, όπως και στις 30 Ιουνίου του 1913.
Γύρω στις 8 ώρα το πρωί της 29ης Σεπτεμβρίου του 1941 ένας βουλγαρικός λόχος ανεπτυγμένος σε ακροβο-λισμό έμπαινε στο Δοξάτο πυροβολώντας και ρίχνοντας χειροβομβίδες. Οι στρατιώτες κλωτσούσαν τις πόρτες και έμπαιναν στα σπίτια όπου συνελάμβαναν όλους ανεξαιρέτως όσους έβρισκαν και οδηγώντας
τους στο σχολείο. Κατ' «εντνχή συγκυρία», εκείνη την ώρα βουλγαρικά αεροπλάνα άρχισαν να βομβαρδίζουν τις ακραίες περιοχές του Δοξάτου (εκτός του σχολείου) πράγμα που έδωσε την ευκαιρία σε ορισμένους τολμηρούς Δοξατινούς να καταφύγουν στο βουνό. Ύστερα από μικρό χρονικό διάστημα νέα και μεγαλύτερη δύναμη βουλγαρικού στρατού αποτελούμενη από 250 άνδρες κύκλωσε από όλες τις μεριές το Δοξάτο, αποτρέποντας έτσι κάθε προσπάθεια διαφυγής των κατοίκων του. Ήδη στο σχολείο είχαν στοιβαχθεί εκατοντάδες κρατούμενοι Δοξατινοί που οι Βούλγαροι έσπευσαν να διαχωρήσουν από τα γυναικόπαιδα. Ένας βούλγαρος αξιωματικός οργίλος δήλωσε στους κρατούμενους: «Οι δικοί σας έκαναν επανάσταση και σκότωσαν βούλγαρους χωροφύλακας, έκαψαν τον σταθμό χωροφυλακής και το κοινοτικό γραφείο. Γι' αυτό κανένας μα κανένας Έλληνας δεν θα μείνει ζωντανός, θα πεθάνετε όλοι. Κανείς δεν πρόκειται να γλιτώσει».
Εκείνη τη στιγμή ο Δοξατινός κρατούμενος Μιλτιάδης Κουρόγλου έπεσε και εξέπνευσε ακαριαία από ανακοπή καρδιάς. Ο οργίλος εκείνος αξιωματικός (ταγ/ρχης) ξαναφώναξε: «Κανένας Έλληνας δεν θα μείνει ζωντανός». Ύστερα ρώτησε και μάλιστα δυο φορές αν μεταξύ των συλληφθέντων είναι κανείς Βούλγαρος, χωρίς φυσικά να πάρει καμιά απάντηση. Το πτώμα του Κουρόγλου έμεινε άταφο τέσσερις μέρες, γιατί οι Βούλγαροι είχαν απαγορεύσει την ταφή του.
Στη συνέχεια με διαταγή ενός βούλγαρου επιλοχία τα γυναικόπαιδα κλείσθηκαν στο σχολείο ενώ ο ανδρικός πληθυσμός σχημάτισε δύο γραμμές. Η μία περιλάμβανε άνδρες 15 έως 25 ετών και η άλλη τους άνω των 25 χρόνων. Συμπληρώθηκε έτσι ο αριθμός των 400 ανδρών και στις δύο γραμμές. Εντωμεταξύ ο αφιχθείς από τη Δράμα αν/ρχης Ιωσήφ Μπεκιάρωφ διέταξε να εκτελούνται 50 άνδρες για κάθε σκοτωμένο βούλγαρο ενώ ένας βούλγαρος ταγ/ρχης που ήρθε από τη Δράμα διέταξε να σκοτωθούν και οι 400 συλληφθέντες. Στη συνέχεια και αφού κατά την προσφιλή βουλγαρική μέθοδο οι μελλοθάνατοι «αλαφρώθηκαν» από κάθε πολύτιμο αντικείμενο, δέθηκαν μεταξύ τους με αγκαθωτό σύρμα, οδηγήθηκαν σε μία άκρη του Δοξάτου, όπου σήμερα υπάρχει ένα μικρό πευκοδάσος, όπου και εκτελέσθηκαν με διασταυρούμενα πυρά πολυβόλων. Οι υπόλοιποι άνδρες (πέραν των 400) κρατήθηκαν στο σχολείο μαζί με τα γυναικόπαιδα και την επομένη ημέρα της εκτέλεσης αφέθηκαν ελεύθεροι αλλά με τον περιοριστικό όρο να μείνουν για 15 μέρες κλεισμένοι στα σπίτια τους. Σε ολόκληρο εκείνο τον θρακομακεδο-νικό χώρο απαγορεύτηκε η κυκλοφορία στους δρόμους. Τα πτώματα των εκετελεσθέντων έμειναν άταφα για τρεις μέρες και στη συνέχεια τάφηκαν σε ομαδικούς τάφους. Από τους 400 μελλοθάνατους κατάφεραν να διασωθούν την τελευταία στιγμή οι: Ευάγγελος Μπαλίδης, Μ. Λύτρας, Κων/νος Παπαδόπουλος, Άγγ. Θασίτης, Αθαν. Καραδημητρίου, Πετρ. Σαγώνας, Ιωάννης Γάτσος και Κων/νος Καραμπέρης, οι οποίοι και διηγήθηκαν την τραγική στιγμή της εκτέλεσης. Ο Ευάγ. Μπαλίδης κατά τη μεταφορά του στον τόπο της εκτέλεσης κατόρθωσε να λυθεί, άρπαξε το όπλο ενός βούλγαρου στρατιώτη που τον συνόδευε και αφού τον χτύπησε μ' αυτό κατάφερε να δραπετεύσει. Οι υπόλοιποι επτά διασωθέντες με τις ριπές των πολυβόλων έπεσαν τραυματισμένοι μέσα στο σωρό των πτωμάτων και αφού απέφυγαν κατά τύχη τις χαριστικές βολές προσποιούμενοι τους νεκρούς, παρέμειναν κάτω από τους σωρούς των πτωμάτων για 6-7 ώρες μέχρι να ηρεμήσουν τα πράγματα και στη συνέχεια, αφού κατάφεραν να λυθούν εκμεταλλευόμενοι και το βαθύ σκοτάδι δραπέτευσαν με κατεύθυνση το βουνό.
Ύστερα από την εκτέλεση, οι Βούλγαροι αφού λεηλάτησαν τους σταύλους και τα ποίμνια της περιοχής επέβαλαν στους επεζήσαντες κατοίκους πρόστιμο 500 λέβα κατά οικογένεια προς αποζημίωση των καταναλω-θέντων φυσιγγίων που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση των προσφιλών τους προσώπων. Αίσχος πρωτοφανές, απίστευτο και όμως αληθινό. Όλα αυτά βέβαια δεν τα αναφέρει ο «ιστορικός» καθηγητής του Πανεπιστημίου της Σόφιας στο «περισπούδαστο» βιβλίο του ενώ αντιθέτως προσπαθεί να μετατρέψει το μ,αύρο σε άσπρο κατά την προσφιλή βουλγαρική μέθοδο, δικαιολογώντας έτσι τα... αδικαιολόγητα με δήθεν αμεροληψία που μας θυμίζει άλλον παλαιότερο συνά-δελφόν του, που θέλησε να μας αποδείξει ότι ο Μέγας Αλέξανδρος (βελίκι Αλεξάντερ)ήταν... Βούλγαρος!!!
Τι κάνουν όμως οι δικοί μας πανεπιστημιακοί
δάσκαλοι, ιδιαίτερα του Δημοκρίτειου Πανεπ. Θράκης, δηλ. των περιοχών αυτών που ενδεχομένως θα έχουν και κάποιο συγγενή τους θύμα από την οικογένεια τους στη διάρκεια της φοβερής εκείνης τετραετίας (1941-1944); Δυστυχώς έτσι είμαστε εμείς οι Έλληνες, «Αεί παίδες». Πάντα μεγάλα παιδιά. Δεν μνησικακούμε, ξεχνούμε εύκολα, συγχωρούμε μέχρι βλακείας χωρίς ούτε καν μία συγνώμη από τους σφαγείς μας. Την ιστορία μας όμως, τα αιματηρά γεγονότα που σημάδεψαν τον τόπο μας δεν πρέπει να τα ξεχνάμε γιατί δεν έχουμε αυτό το δικαίωμα. Γιατί λαοί που ξεχνούν το παρελθόν τους δεν μπορούν να δημιουργήσουν με σιγουριά το μέλλον τους. Όχι μίσος, ούτε ανάξεση παλιών πληγών, από την άλλη όμως όχι και θάψιμο για πάντα τέτοιων φρικτών εγκλημάτων. Απόδειξη ότι δεν μνησικακούμε είναι και το γεγονός ότι οι τόσα δεινοπαθήσασες περιοχές δεν αρνήθηκαν να στείλουν —όποτε αυτό τους ζητήθηκε— σημαντική ανθρωπιστική βοήθεια στους κατά καιρούς λιμοκτονούντες Βουλγάρους. Εν τούτοις οι Βούλγαροι ουδέποτε και ουδαμώς εζήτησαν έστω και μια απλή συγνώμη για τις σφαγές, τις δηώσεις, τις λεηλασίες και τα τόσα ανοσιουργήματα που διέπραξαν σε βάρος του λαού μας. Και κανείς μα κανείς βούλγαρος επίσημος στις τόσες επισκέψεις τους δεν αισθάνθηκε ούτε την ντροπή ούτε την υποχρέωση να καταθέσει ένα απλό στεφάνι σε ένα από τα τόσα μνημεία των χιλιάδων αθώων θυμάτατν τους, που το μόνο έγκλημα στη ζωή τους υπήρξε το γεγονός ότι γεννήθηκαν Έλληνες. Πράγμα που έκαναν οι Γερμανοί επίσημοι (μέχρι και ο τελευταίος από αυτούς πριν λίγους μήνες) επισκεπτόμενοι το μνημείο των Καλαβρύτων αλλά και άλλων, για τα εγκλήματα τα)ν Χιτλερικών στη χώρα μας.
Αλλά μήπαις οι Βούλγαροι επέστρεψαν σε μια κίνηση φιλίας και μεταμέλειας —όπα^ς εξ άλλου είχαν ρητή υποχρέωση να κάνουν από τις υπογραφείσες συνθήκες— τα αρπαγέντα κειμήλια μας κατά τις προσωρινές κατοχές τους από τα ιστορικά μας μοναστήρια εκείνο της Εικοσιφοινίσσης του Παγγαίου, εκείνο του Τιμίου Προδρόμου Σερρών αλλά κι εκείνο της Καλάμους και Αρχαγγελιώτισσας Ξάνθης; Τις εκατοντάδες ιερά κειμήλια μας που σεβάσθηκαν οι αιώνες και άλλοι κατακτητές και που σήμερα ξεδιάντροπα εκθέτουν στο βουλγαρικό ίδρυμα σλαβο-βυζαντινών μελετών Ιβάν Ντούιτσεφ της Σόφιας;
Ο γράφων επισκέφθηκε προς τούτοις το ίδρυμα αυτό και επεσήμανε διαμαρτυρόμενος αυτήν την κατακράτηση, για να πάρει την απάντηση ότι πρόκειται για... λεία πολέμου!
Και να σκεφτεί κανείς ότι και στους δύο τελευταίους πολέμους οι Βούλγαροι όχι μόνο δεν έριξαν ούτε ντουφέκια για τις ελευθερίες του πολιτισμένου κόσμου αλλά είχαν συστρατευθεί και με την πλευρά εκείνων που θέλησαν να τον κατακτήσουν, βυθίζοντας τον τελικά στη φρίκη, στο αίμα και στο πένθος.
Λάμπρος Τουφεξής
του ΓΙΑΝΝΗ ΜΕΓΑ
Οι φωτογραφίες είναι από το αρχείο του συγγραφέα
Τρίτη 28 Ιουλίου 1908
ι κβ/τρικη επιτροπη ΤΟΥ "Κομιτάτου Ενώσεως και Προόδου" καθόρισε την 27η Ιουλίου ως "Ημέρα \Συμφιλίωσηζ". Την προηγουμένη απεστάλη αυτοκρατορικό διάταγμα προς όλα τα βιλαέτια, με το οποίο 1 ^η αμνηστία των πολιτικών κρατουμένων επεκτείνονταν και σε όλες τις ένοπλες ομάδες της Μακεδονίας, Ι που θα παρέδιδαν τα όπλα τους. Το Κομιτάτο όμως από την 26η Ιουλίου, είχε ειδοποιήσει όλες τις τοπικές επιτροπές του και τα ανταρτικά σώματα στη Μακεδονία να οργανώσουν τη μαζική προσέλευση Ελλήνων, Βουλγάρων και Αλβανών κομιτατζήδων και συγχρόνως να φροντίσουν για την υποδοχή εκδρομέων που θα συγκε-[νιρόνονταν για τις πανηγυρικές εκδηλώσεις της συμφιλίωσης των εθνοτήτων στη Θεσσαλονίκη. Οι πιέσεις και οι ί, κυρίως προς τους Έλληνες αντάρτες ήταν τεράστιες. Όλο το σιδηροδρομικό δίκτυο της Μακεδονίας σε συναγερμό. Ακόμη και παροπλισμένα βαγόνια ξαναεμφανίστηκαν. Το πρωί της 28ης η κεντρική επιτροπή : ανακοινώσεις σε όλα τα προξενεία της Θεσσαλονίκης με πολλές πληροφορίες για τις εκδηλώσεις της ημέ-(Μζ. Το πλάνο των οργανωτών ήταν απλό: θερμή υποδοχή όλων των αφικνουμένων στους δυο σιδηροδρομικούς οιαθμούς της πόλης με μόνιμες επιτροπές υποδοχής, συγκέντρωση όλων τις απογευματινές ώρες στην πλατεία Ελευθερίας για τις τυποποιημένες ομιλίες, πορεία προς το Λευκό Πύργο και, τέλος, ολονύκτιες πανηγυρικές εκδη-ρεις στο κέντρο του Λευκού Πύργου παρουσία όλων των εθνοτήτων.
ι Η πολιτική σκοπιμότητα των εκδηλώσεων συμφιλίωσης ήταν τεράστια. Οι ιθύνοντες του Κομιτάτου γνώριζαν «ι η τελική επιτυχία της επανάστασης εξαρτιόταν από την ανεπιφύλακτη αποδοχή της από τις μεγάλες δυνάμεις
μιλα: Ο Γιάννης Ράμναλης με τον αξιωματικό Νονρή Μπέη.
*Το βιβλίο καλύπτει αναλυτικά τα γεγονότα της περιόδου από τον Ιανουάριο του 1908 έως τον Μάρτιο του 1909, με κέντρο όντα τη Θεσσαλονίκη, που υπήρξε για αρκετούς μήνες μετά την επανάσταση της 23ης Ιουλίου 1908 (10η Ιουλίου με το παλαιό •βολόγιο) η άτυπη πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ερευνά επίσης το ρόλο του "Κομιτάτον Ενώσεως και Μίοΐ'"και των μελών του που οργάνωσαν, εκτέλεσαν και κατεύθυναν την επανάσταση.
Οι Υιιπε Σαπάιηχΐίί και ΤοάοΓ Ρίΐηίίαίΐ στο «ξενοδοχείο της Αθλίας» (έκδοση: ΒαΓζίΙαί).
άνοιξη του 1909 ο Γκόνος γύρισε στο βάλτο μαζί με τους Λάζο Δοΰγιαμα και Γιώργο Καραϊσκάκη και το καλοκαίρι του ιδίου χρόνου σκοτώθηκε σε τουρκική νυχτερινή ενέδρα στη σκάλα του Νησιού, προδομένος από τον Απόστολο Ματόπουλο και το γιατρό Αντωνάκη. Μετά το γεγονός αυτό ο Απόστολος έφυγε για την Αμερική και χάθηκαν τα ίχνη του. Σύμφωνα όμως με τον Χαρ. Βενιζέλο ο Γκόνος έμεινε δύο χρόνια στην Αθήνα, επέστρεψε στο βάλτο το Νοέμβριο του 1910 και σκοτώθηκε σε ενέδρα στις 12 Φεβρουαρίου 1911, αφού πρώτα όμως εξετέλεσε τον προδότη Απόστολο.
***
Ο βούλγαρος κομιτατζής Αποστόλ Πέτκοφ εμφανίστηκε στα Γιαννιτσά με 400 ένοπλους συντρόφους του απ' όλη την περιφέρεια. Επί δύο μέρες τα Γιαννιτσά στρατοκρατούνταν από τους άνδρες του που περιπολούσαν με εφ' όπλου λόγχη. Ο Αποστόλ κατέλαβε το διοικητήριο και διέδωσε ότι οι Νεότουρκοι τον είχαν ανακηρύξει βαλή της περιφέρειας Γευγελή-Γιαννιτσά-Βοδενά, προκαλώντας την οργή του Τούρκου διοικητή. Συγχρόνως οι οπαδοί του κατέλαβαν αρκετές πατριαρχικές εκκλησίες της περιοχής. Ο Πέτκοφ ήταν επικεφαλής των βουλγαρικών δυνάμεων στην περιοχή της λίμνης των Γιαννιτσών και ένας από τους τέσσερις σημαντικότερους αρχικομιτατζήδες της κεντρικής
Μακεδονίας.
Παρασκευή 31 Ιουλίου 1908
απο τη ^ΑΟΥΣΑ με έκτακτη αμαξοστοιχία οι ντόπιοι οπλαρχηγοί Α' τάξης Ιωάννης •Σημανίκας, Σκοτίδας και Μακρής μαζί με πολλούς Ναουσέους και Βεριώτες εκδρομείς.
***
Το βράδυ έφθασαν με το ίδιο τρένο ο βούλγαρος κομιτατζής Ηπ$ΐο Τχειπορεεν, προερχόμενος από τη Στρώμνιτσα, οι οπλαρχηγοί Κίτσος και Γεώργιος Καραϊσκάκης προερχόμενοι από τη Γευγελή,και ο καπετάν Λάζος Δούγιαμα ς με τ' αδέλφια του. Το ελληνικό προξενείο θέλησε να οργανώσει λαμπρή υποδοχή για τον Λάζο Δούγιαμα και έστειλε στο σταθμό πλήθος Ελλήνων μαζί με τη φιλαρμονική της κοινότητας, χωρίς όμως κανέναν που τον γνώριζε προσωπικά. Πρώτος βγήκε από το τρένο ο Τ$επιορεεν, και, ώ του θαύματος!, οι Έλληνες άρχισαν να ζητωκραυγάζουν και η μπάντα να παιανίζει τον ελληνικό εθνικό ύμνο. Ο Τ$ειτιορεεν νομίζοντας ότι τον ειρωνεύονταν γύρισε επιδεικτικά την πλάτη του και απομακρύνθηκε. Μόνο τότε κατάλαβαν οι Έλληνες την πλάνη τους. Τελικά εμφανίστηκε ο Λάζος, τον χαιρέτησαν επίσημα οι παρευρισκόμενοι Νεότουρκοι αξιωματικοί και ξεκίνησε μια πολυπληθής πομπή που κατέληξε στο ξενοδοχείο Κολόμπο με επίσημο γεύμα προς τιμήν του. Στο ύψος της πύλης του Βαρδαρίου οι διαδηλωτές συνάντησαν και πάλι τον Τδειτιορεεν που εκφωνούσε λόγο από την αμαξά του. Ο Βούλγαρος αναγκάστηκε να διακόψει και κατέφυγε στο ξενοδοχείο της Αγγλίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Τδεπιορεεν ήταν αυτός που μαζί με τον δ&π<1ίΐη$1α στις 2 Αυγούστου 1901 είχε απαγάγει την αμερικανίδα ιεραπόστολο δΐοηε.
Τα αδέλφια Δούγιαμα - Λάζος, Γκόνος, Μήτσος και Τράιος - γεννήθηκαν στην Μπαροβίτσα (=Καστανερή) στις πλαγιές του Πάικου. Κατέφυγαν στα βουνά από το 1901 κυνηγημένοι από τους Τούρκους και στην αρχή ενώθηκαν με τους κομιτατζήδες, το μόνο αποκούμπι που υπήρχε. Σύμφωνα με τον Γ. Μοδή, από την άνοιξη του 1906 εντάχθηκαν στα ελληνικά σώματα της περιοχής ανάμεσα από την Καρατζόβα (= Αλμωπία) και τη Γευγελή, κάτω από την καθοδήγηση του υπαξιωματικού Χρήστου Καραπάνου. Η αναφορά όμως του γενικού προξενείου για τα γεγονότα του 1908 αναφέρει ότι η προσχώρηση έγινε την άνοιξη του 1908. Λίγους μήνες μετά τη νεοτουρκική επανάσταση ο Λάζος, αρχηγός της ομάδας, και ο Γκόνος πήγαν στην Αθήνα για να αποφύγουν τις τουρκικές σφαίρες. Οι Λάζος, Μήτσος και Τράιος δολοφονήθηκαν άναδρα το 1909 από τους Βουλγάρους. Ο τέταρτος αδελφός, Γκόνος, γέρος πια, δολοφονήθηκε το Μάιο του 1948 από τους βουλγαρο-μακεδόνες στο μεθοριακό φυλάκιο της Κάρπης.
Οι Νεότουρκοι οργανωτές, συνετά σκεπτόμενοι,
|
Ο Απόστολος Ματόπουλυς με τους οπαοους του στη Θεσσαλονίκη (έχόοαη: νΟίορουΙοχ).
ορρόντισαν απ' την αρχή να χωρίσουν τους Έλληνες από τους Βουλγάρους. Το ξενοδοχείο Κολόμπο έγινε η βάση των Ελλήνων οπλαρχηγών και αντίστοιχα το ξενοδοχείο της Αγγλίας των Βουλγάρων. Στο τελευταίο είχαν νοικιάσει ολόκληρο διαμέρισμα οι δαπάαηδία και Ραπίΐδίΐ προκαλώντας με αλόγιστη σπατάλη τους συμπατριώτες τους που είχαν συγκεντρώσει τα χρήματα με εράνους. Εκεί ο δαηάίΐηδία παραχώρησε συνέντευξη στο δημοσιογράφο Σπύρο Μελά, το περιεχόμενο της οποίας ήταν χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, με χιλιοειπωμένα λόγια και κλισέ. Η περιγραφή όμως των δύο κομι-τατζήδων που προσφέρει ο Σ. Μελάς είναι πολύ χαρακτηριστική:
"Έτρεξα στο "Ξενοδοχείο της Αγγλίας", όπον είχε καταλυθεί ο βούλγαρος αρχικομιτατζής Σανδάσκυ, ο αρχηγός των αυτονομιστών, που είχαν σηκώσει την ύποπτη σημαία "η Μακεδονία στους Μακεδόνες". Αεν ήτανε μονάχος του εκεί. Τον ακολουθούσε το αιμοσταγές του επιτελείο. Το πρωτοπαλίκαρο του, οδιαβόητος Πανίτσας, ο δολοφόνος του Σαραφώφ, ο Βούλγαρος δημοσιογράφος Ντελιράδεφ, που ακολουθούσε και προπαγάνδιζε στην εφημερίδα του τα δόγματα του Σανδάσκυ, ένας άλλος διάσημος κομιτατζής, ο Οικονόμωφ, που είχε στείλει πολλούς στον άλλο κόσμο κι ήταν ο πιο έμπιστος του "αρχηγού" και μερικοί άλλοι συμμορίτες, κουρελήδες, αναμαλλιάρηδες και γουρουνοτσάρουχοι. Είχανε κάμει το "Ξενοδοχείο της Αγγλίας" σωστή φωλιά αγριμιών. Χρειαζότανε δουλειά για να εισχωρήσω. Ξεμονάχιασα τον Οικονόμωφ, που
μιλούσε ελληνικά. Του εξήγησα ότι, από καταβολής κόσμου, δεν στάθηκεν Έλληνας πιο φανατικός από μένα στην ιδέα της ... αυτονομίας της Μακεδονίας κι ότι, για να φουντώσει τώρα η προπαγάνδα στην Ελλάδα, έπρεπε να μιλήσει ο Σανδάσκυ στις εφημερίδες.... Άνοιξε μια πόρτα και βρέθηκα στην κρεβατοκάμαρα του "αρχηγού". Ο Πανίτσας ήτανε μέσα, σκυμμένος σ'ένα τραπεζάκι γεμάτο χαρτιά. Ήτανε μια ζωηρή έκπληξη για μένα. Σήκωσε το κεφάλι. Άγγελος, σωστός, αυτός ο δολοφόνος. Ευγενικά χαραχτηριστικά, όμορφα γαλάζια μάτια, μαλλιά ξανθά, δαχτυλιδωτά. Μου 'ριξε μια πρόσχαρη και πανάγαθη ματιά. Αν τον απαντούσα στο δρόμο, θα τον πέρναγα για φοιτητή της Θεολογίας... Η καταγωγή του ήταν από την παραδουνάβια Ράχοβα της Βουλγαρίας, δεν είχε δηλαδή καμιά σχέση με τη Μακεδονία. Ο Σανδάσκυ καθότανε στο βάθος της κρεβατοκάμαρας και κάπνιζε. Έτσι αντίκρισα τη μορφή του, τυλιγμένη με καπνούς. Έμοιαζε με Καλαβρέζο ληστή. Μεγαλόσωμος, με κάτι μπότες, σαν των παλιών θαλασσινών και μια πατατούκα ριγμένη απάνω του, βαρύ κεφάλι, πρόσωπο με μεγάλα χαραχτηριστικά όλο γωνίες, παχιά φρύδια, μάτια παγερά, μεγάλο στόμα με λεπτά σφιγμένα χείλη, μουστάκι ψαλιδισμένο, κι ένα παράξενο γενάκι που φύτρωνε κάτω από το ξυρισμένο, δυνατό σαγόνι. Είχε, τέλος, ένα πλατύ επιβλητικό μέτωπο. Δε μ' είχε προσέξει. Ο Οικονόμωφ τον ζύγωσε και κάτι του είπε. Σηκώθηκε αμέσως και πριν προλάβω να καταλάβω μ' έσφιξε μέσα στις χερούκλες του - ήταν ατελείωτες, σαν του χιμπατζή - και με φίλησε... Ήτανε της μόδας εκείνες τις παλαβές μέρες,
63-1)^*1-63
στη Θεσσαλονίκη, να φιλιούνται οι διάφορες φυλές και τα θρησκεύματα για επισφράγιση της αδερφοσύνης ...Δε μιλούσε καμία χριστιανική γλώσσα εκτός από τη δική τον. Δεν έμενε παρά η διεθνής γλώσσα. Μου 'γνεψε να καθίσω. Αλλά με νοήματα μπορούσε κανένας να πάρει τη γνώμη ενός αρχικομιτατζή για την τούρκικη μεταπολίτευση;".
Τέλος, εμφανίστηκε στη Θεσσαλονίκη και το πρώτο σώμα ρουμανόβλαχων του κομιτατζή Νταρλαγιάννη, που δρούσε με επιτυχία στην περιοχή Καστανιά -Ξηρολίβαδο του Βερμίου και που για πολλούς μήνες ήταν έμμονος στόχος του Βασ. Σταυρόπουλου.
Αυτές οι "εκδηλώσεις συμφιλίωσης" κράτησαν ένα
τετραήμερο και στέφθηκαν με απόλυτη επιτυχία. Τις Ι πρώτες μέρες του Αυγούστου συνέχισαν να φθάνουν στη Θεσσαλονίκη και άλλες ομάδες ανταρτών καθώς και εκδομείς από πολλά μέρη της Αυτοκρατορίας, αλλά και από την Ελλάδα. Το νεοτουρκικό κομιτάτο όμως είχε ήδη κατορθώσει να πείσει τις μεγάλες δυνάμεις ότι ο "μεγάλος ασθενής" ανέκαμψε. Έμπρακτη και άμεση απόδειξη, η διάλυση της διεθνούς χωροφυλακής που τα τελευταία χρόνια κηδεμόνευε τη Μακεδονία. Γρήγορα όμως τα πράγματα άλλαξαν. Έλληνες, Βούλγαροι και λοιποί αντιλήφθηκαν ότι το νεοτουρκικό κίνημα διέπο-νταν από μία άκρως εθνικιστική ιδεολογία, που σε συνδυασμό με τον τυχοδιωκτισμό πολλών μελών του σκοπό είχε όχι τη συμφιλίωση αλλά την απορρόφηση και τελικά την εξόντωση των μη Τούρκων.
Γιάννης Μέγας
|
|
·:' · ':! """"γ1 - • ..,.., ; '· "··,·;' =' ϊ ΐ ,ι |
Οί οπλαρχηγοί Γκόνος Πώτας και Αποστόλης με τους οπαδούς τους (έκδοση: 5οηίάε&).
και από τις εντυπώσεις που θα δημιουργούσε η αποδοχή αυτή μέσα στην Αυτοκρατορία.
Πώς όμως θα το πετύχαιναν; Τι θα εντυπωσίαζε τις μεγάλες δυνάμεις; Την απάντηση τη δίνει ο Βούλγαρος υπουργός αμύνης σε έκθεση του προς τον πρίγκηπα Φερδινάνδο:
"Μέσα σε ελάχιστες μέρες η Μακεδονία είναι αγνώριστη ... Με μία λέξη, κάτι ανεξήγητο και απίστευτο συμβαίνει ...Οι μεταρρυθμίσεις δέκα ετών δεν πρόσφεραν στη Μακεδονία αυτά που η επανάσταση πρόσφερε μέσα σε δέκα μέρες!!".
Ο μοναδικός τρόπος να περάσει το μήνυμα της αλλαγής στις μεγάλες δυνάμεις ήταν μέσω των προξένων της Θεσσαλονίκης και των ανταποκριτών ξένων εφημερί-δων. Το Κομιτάτο λοιπόν ανέλαβε τον εντυπωσιασμό όλων αυτών με την οργάνωση των διαδηλώσεων λατρείας, των εκδηλώσεων συμφιλίωσης ανάμεσα στις διάφο-ρες εθνότητες και κυρίως ανάμεσα στους Βουλγάρους και στους Έλληνες, και των επισκέψεων αδελφοποίησης από διάφορες πόλεις της Αυτοκρατορίας και της Ευρώπης.
Στήθηκε έτσι μια εξαιρετική θεατρική παράσταση με έναν ικανότατο θιασάρχη. Το Κομιτάτο ανέθεσε το έργο στον Οσμάν Αντίλ μπέη, δήμαρχο Θεσσαλονίκης, άνθρωπο με πλούσιες οργανωτικές ικανότητες, που εκτιμούνταν πολύ από τους διπλωματικούς κύκλους της Θεσσαλονίκης και της Κωνσταντινούπολης.
Σημαντική προσωπικότητα της Θεσσαλονίκης την εποχή εκείνη ήταν ο Σαμ Λεβή, δημοσιογράφος της γαλλόφωνης εβραϊκής εφημερίδας Ιοιιπι&Ι άε 5α1οηί(}ΐιε και δραγουμάνος της γαλλικής στη δημαρχία, που βοήθησε σημαντικά τον Αντίλ μπέη στην οργάνωση όλων αυτών
των εκδηλώσεων. Στο ενδιαφέρον βιβλίο του "ίε άεοΐίπ άι θΓθϊ553ηΐ" γράφει:
"Πολύ λίγοι άνθρωποι, ακόμα και ανάμεσα στους πολύ καλά πληροφορημένους, αντιλήφθηκαν τον Ιούλιο του 1908 ότι η ανατροπή του απολυταρχικού καθεστώτος και η αποκατάσταση του συντάγματος τον Μιντχάτ πασά ήταν η πιο παράξενη και εξαίσια μπλόφα που πλάσαρε το "Κομιτάτο Ενώσεως και Προόδου" στην Ευρώπη. Για να είμαστε απόλυτα αμερόληπτοι, πρέπει να παραδεχθούμε ότι δεν υπήρξε κανείς που να μην εξαπατήθηκε... Οι διακηρύξεις και οι διαδηλώσεις με τη σφραγίδα του Κομιτάτου που οργανώθηκαν τις μέρες αμέσως πριν και αμέσως μετά την επανάσταση της 10ης Ιουλίου, οι αμέτρητες εκδηλώσεις συμπάθειας, οι απίστευτες σκηνές συμφιλίωσης που πρόσφεραν οι Βούλγαροι, οι Έλληνες και οι Αλβανοί, καθώς και οι λόγοι ατόμων όπως ο Εμβέρ, είχαν ως αποτέλεσμα να πιστέψουμε πραγματικά ότι κάτι άλλαξε στην Τουρκία.... Σημαντικότατο ρόλο στην αποδοχή της επανάστασης από τις μεγάλες δυνάμεις και κατ' επέκταση στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης έπαιξαν οι εκθέσεις των προξένων της Θεσσαλονίκης που ήταν ιδιαίτερα κολακευτικές και αισιόδοξες ....Το ξεπέρασμα των τελευταίων δισταγμών των προξένων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε δύο παράγοντες: πρώτος ήταν η παρουσία του Οσμάν Αντίλ μπέη, δημάρχου της πόλης, και δεύτερος η παρουσία στη Θεσσαλονίκη του νομομαθή Εμμανουέλ Σαλέμ, τη συνδρομή του οποίου είχε εξασφαλίσει το Κομιτάτο... Χάρη και σ' αυτούς, η επανάσταση έγινε αποδεκτή πολύ πιο γρήγορα ... Πρέπει όμως να προσθέσω ότι το Κομιτάτο δεν άργησε να πληρώσει με τη μεγαλύτερη αχαριστία τις υπηρεσίες και
των δύο αυτών ατόμων."
Δεν χωράει λοιπόν καμιά αμφιβολία ότι οι εκδηλώσεις είχαν οργανωθεί επιδέξια από τους Νεότουρκους. Συγχρόνως όμως είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι υπήρχε και ο πραγματικός ενθουσιασμός του πλήθους ως αποτέλεσμα των τεράστιων αλλαγών που είδαν μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα. Ο κόσμος είχε κουραστεί από την απολυταρχία αλλά και από την αιματοχυσία ανάμεσα σε Τούρκους, Έλληνες και Βουλγάρους στις πόλεις και στην ύπαιθρο. Ο Αμερικανός καθηγητής δάιενίΐΐ έγραψε:
"Ήταν ένα παραλήρημα που μόνο εάν το ζούσε κάποιος μπορούσε να το αποδεχθεί ως πραγματικό γεγονός, και όπως όλες οι συναισθηματικές ακρότητες περιείχε και μια κολοσσιαία αυταπάτη. Την ημέρα ή την εβδομάδα μετά ης γιορτές των αδελφοποιήσεων, ο λαός σίγουρα θα ξυπνήσει από τη μέθη και, ξαφνικά, νηφάλιος θα ανακαλύψει ότι ο κόσμος δεν είχε πράγματι αλλάξει εξαιτίας μιας έκστασης. Οι Βούλγαροι θα αντιληφθούν ότι παρέμειναν Βούλγαροι, οι Τούρκοι ότι είναι ακόμα Τούρκοι, ενώ οι Έλληνες, οι Αρμένιοι και οι Σέρβοι θα αισθάνονται ακριβώς όπως και πριν...".
Σχεδόν όμαις ήταν πλήρης η απουσία των Ελλήνων ανταρτών. Τα ελληνικά προξενεία Θεσσαλονίκης και Μοναστηρίου δεν είχαν δώσει ακόμη την τελική εντολή για την εμφάνιση των ενόπλων σωμάτων στα αστικά κέντρα. Οι Νεότουρκοι πίεζαν ασφυκτικά τους Έλληνες οπλαρχηγούς Κλειδή και Δοξογιάννη με τους 120 άνδρες
τους, που μόλις πριν τρεις μέρες είχαν αποφυλακιστεί στο Μοναστήρι και που βρίσκονταν προσωρινά στη Θεσσαλονίκη, να παραμείνουν στις εορταστικές εκδηλώσεις ως αντιπρόσωποι των Ελλήνων. Οι οπλαρχηγοί και οι άνδρες τους όμως επιβιβάστηκαν νωρίς το πρωί στο ατμόπλοιο Ζάκυνθος της εταιρείας Γιαννουλάτος και έφυγαν για τον Πειραιά.
Το πρωί μπήκαν στη Δράμα οι Βούλγαροι κομιτα-τζήδες Υαηε 5αηάαπ$1α και ΤοάοΓ Ραπίΐδα. μαζί με καμιά δεκαριά οπαδούς τους. Παρέδωσαν τα όπλα τους στις αρχές και έφυγαν αμέσως για το σιδηροδρομικό σταθμό των Σερρών για να πάρουν το τρένο για τη Θεσσαλονίκη. Στις Σέρρες τους υποδέχθηκαν πολλοί Τούρκοι αξιωματικοί και τους ασπάστηκε ο ίδιος ο μουτεσαρίφης. Σκοπός τους ήταν να είναι οι πρώτοι Βούλγαροι που θα έμπαιναν στη Θεσσαλονίκη.
###
Το απόγευμα έφθασε στη Θεσσαλονίκη ο ντόπιος οπλαρχηγός Απόστολος Ματόπουλος, αρχηγός μικρού σώματος που δρούσε στην περιοχή της λίμνης τα)ν Γιαννιτσών, με πέντε οπαδούς του και χωρίς όπλα. Στο σιδηροδρομικό σταθμό έγινε δεκτός από Τούρκους αξιωματικούς, στρατιωτική μπάντα που παιάνιζε τον ελληνικό εθνικό ύμνο και πλήθος κόσμου. Οι Νεότουρκοι παρέθεσαν γεύμα προς τιμήν τους στο ξενοδοχείο Κολόμβο, όπου παρακάθισαν 70 περίπου αξιωματικοί και ορισμένοι βουλγαροσυμμορίτες. Από εκεί όλοι μαζί κατευθύνθηκαν στην πλατεία Ελευθερίας, όπου είχαν
Ο οπλαρχηγός Λάζος Δούγιας (στο κέντρο) με τ' αδέλφια του και Νεότουρκους αξιωματούχους.
|
|
ήδη αρχίσει οι εορταστικές εκδηλώσεις. Ο Απόστολος Ματόπουλος ήταν από το Γίδα (= Αλεξάνδρεια) και δρούσε στο βάλτο των Γιαννιτσών με τη μικρή του ομάδα ως υπαρχηγός του Γκόνου Γιώτα. Υπήρξε ένα από τα πιο πολυφωτογραφημένα πρόσωπα, κυρίως με Νεότουρκους αξιωματικούς, τις μέρες μετά την επανάσταση. Ήταν ο πρώτος από τους Έλληνες οπλαρχηγούς που παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη χωρίς την πρότερη έγκριση του προξενείου και υπήρξαν υποψίες ότι χρηματίστηκε από τους Νεότουρκους (δες τηλεγράφημα του Αγγλου προξένου ίαπιΐ) της 28ης Ιουλίου) και ότι συνεργάστηκε μαζί τους.
#*#
Λίγο μετά τον Ματόπουλο έφθασε στο σιδηροδρομικό σταθμό έκτακτη αμαξοστοιχία από τη Δοϊράνη με 600 εκδρομείς, Τούρκους, Έλληνες και Βουλγάρους μαζί με το μουφτή, τον έλληνα επίσκοπο Φώτιο και το βούλγαρο αρχιμανδρίτη. Δημιουργήθηκε μεγάλη πορεία που κατέληξε στην πλατεία Ελευθερίας και οι επίσημοι συγκεντρώθηκαν στο σαλόνι του ξενοδοχείου της Αγγλίας.
***
Οι αμαξοστοιχίες διαδέχονταν η μια την άλλη. Πεντακόσιοι Αλβανοί και Σέρβοι εκδρομείς, κυρίως από τη περιοχή του Ρΐΐοΐιονο, κοντά στα τουρκοσερβικά σύνορα, έφθασαν στο σταθμό και οδηγήθηκαν στην πλατεία Ελευθερίας. Ανάμεσα τους ο μουφτής Ιμπραήμ αφέντης και ο Σέρβος μητροπολίτης Ρασκοπρισρένης.
***
Στην πλατεία Ελευθερίας οδηγήθηκαν επίσης, μόλις έφθασαν από το Κιλκίς, οι βούλγαροι κομιτατζήδες της περιοχής Αριδαίας ΤοάοΓ Ιναηον και Οεΐί Καάεν.
***
Αίγα λεπτά μετά κατέφθασε η αμαξοστοιχία από τις Σέρρες με τους δαικίοηδία και Ραηΐίχα που έγιναν πανηγυρικά δεκτοί από οπαδούς τους και οδηγήθηκαν στο ξενοδοχείο της Αγγλίας για να συναντηθούν με τους εκδρομείς από τη Δοϊράνη, τη Σερβία και τους κομιτατζήδες του Κιλκίς. Πρώτος εμφανίστηκε στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου της Αγγλίας ο 5αη(1αη8ΐα που έβγαλε έναν παθιασμένο λόγο εκθειάζοντας την επανάσταση και φθάνοντας στο σημείο να επιτεθεί κατά της πολιτικής της βουλγαρικής κυβέρνησης στη Μακεδονία. Αμέσως μετά πήρε τον λόγο, μιλώντας στα βουλγαρικά, ο κομιτατζής Ιναπον, ανεβασμένος ακόμη στην άμαξα μπροστά στο ξενοδοχείο, και απέδωσε τη δυστυχία της Μακεδονίας στην ιδιοτελή πολιτική των βαλκανικών κρατών. Μόλις κατέβηκε από την άμαξα, έσπευσε να τον αγκαλιάσει ο Ματόπουλος μέσα στις ξέφρενες ζητωκραυγές του πλήθους. Η πιο συγκινητική στιγμή ήταν όταν άρχισε να μιλάει με ψιθυριστή φωνή λόγω του πολύ προχωρημένου της ηλικίας του ο μουφτής Ιμπραήμ αφέντης, λέγοντας ότι ήρθε από την πιο μακρινή γωνιά της Μακεδονίας για να εκφράσει την
ευγνωμοσύνη του στη νέα γενιά, στους μαθητές του πατριώτη Κεμάλ μπέη, για την απελευθέρωση της πατρίδας. Οι ομιλίες κράτησαν πάνω από μια ώρα και όλοι μαζί άφησαν την πλατεία, περπατώντας κατά μήκος της παραλίας και συγκεντρώθηκαν στο κέντρο του Λευκού Πύργου για να αρχίσει εκεί μια νέα σειρά εκδηλώσεων και ασπασμών.
***
Ο Αγγλος πρόξενος Ε&ιτιΐ) παρακολούθησε όλες τις εκδηλώσεις και στο τέλος της ημέρας έστειλε το παρακάτω τηλεγράφημα:
"Παρ ' όλα τα αναμφισβήτητα και πρωτόγνωρα αυτά γεγονότα ο σκεπτικισμός πρέπει να υποκύψει στο θαυμασμό. Οι παρατηρήσεις μας είναι ότι, με εξαίρεση τον Αμπντί, ένα κοινό λήσταρχο, όλοι οι άλλοι οπλαρχηγοί, την παράδοση των οποίων παρακολουθήσαμε, ανήκουν στην κατηγορία αυτών που έχουν μοναδικό σκοπό να απελευθερώσουν τη χώρα τους από την τυραννία και την καταπίεση. Είναι φυσικό λοιπόν οι άνδρες αυτοί να θελήσουν να δουν εάν η Συνταγματική Κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να τους παραχωρήσει το βαθμό ελευθερίας που επιθυμούν. Δεν υπάρχει απολύτως τίποτα που να τους εμποδίσει να ξαναπάρουν τα βουνά εάν δεν υλοποιηθούν οι παραχωρήσεις. Οι Ζ&ηά&Ώ&ϊ και Ραηίΐ5Ά, που έχουν ήδη χαρακτηριστεί "παράνομοι" στη Βουλγαρία, δεν είναι απίθανο να επιδιώκουν κάποια έντιμη ανάπαυλα. Στην περίπτωση μάλιστα του Έλληνα Αποστόλη ήδη ακούστηκε ότι υπήρξε χρηματική αποζημίωση. Θα ήταν λοιπόν συνετό να διατηρήσουμε αρκετές επιφυλάξεις έως ότου εκδηλωθούν οι προθέσεις των συμμοριών που προέρχονται από τις γείτονες χώρες ...Το καρναβάλι των εορτασμών που κράτησε τρεις μέρες έφθασε στο τέλος του και η πόλη σταδιακά βρίσκει το φυσιολογικό της ρυθμό. "
Ανάμεσα σ' αυτούς που έζησαν τα γεγονότα από κοντά ήταν και ο Α. Ζάννας, που στ' απομνημονεύματα του αναφέρει τα εξής:
"Συνέβησαν τότε αρκετά νόστιμα, γιατί όλοι ήθελαν να εκφωνήσουν λόγους. Δεν ήξεραν όμως τι να πουν και αγόραζαν από μερικούς επιτήδειους έτοιμους λόγους πουήταν πάντα ομοιόμορφοι, με ελάχιστες παραλλαγές. Ακουγες λοιπόν σε ένα γεύμα τρεις και τέσσαρες φορές τον ίδιο λόγο. Εμείς τα παιδιά τους είχαμε μάθει απ' έξω, γιατί άρχιζαν με τις φράσεις: "Τριανταδνό χρόνια πέρασαν, αφ' ότου αυτός ο άτιμος, ο παλιάνθρωπος (= ο σουλτάνος Χαμίτ) μας στέρησε τις ελευθερίες μας. Τώρα χάρις στους ήρωες του Νεοτουρκικού Κομιτάτου επανακτήσαμε την ελευθερία, που ήταν και θα είναι πάντα κτήμα του τουρκικού λαού" ...".
***
διπλα: Ο Αποστόλης, όπως τον αποκαλούσαν οι Τούρκοι, μεΝεότουρκο αξιωματικό. (Έκδοση: 5οηίά&3).
|
Την πιο δεικτική όμως και άκρως πατριωτική περιγραφή μας την άφησε ο δημοσιογράφος Σπύρος Μελάς:
"Ένας λαός, που είχε να μιλήσει αιώνες, ξέσπαζε τώρα... Οποιοσδήποτε, φτάνει να μπορούσε να ανοίξει το στόμα τον, ανέβαινε σε μια καρέκλα κι άρχιζε. Κι αμέσως μαζεύονταν γύρω του άνθρωποι, να τον ακούσουν και να βραχνιάσονν φωνάζοντας:- Γιασασίν αδα-λέτ! (= Ζήτω το Σύνταγμα). Πήγαινα να περιγράψω μια επανάσταση κι έπεφτα πάνω σε πανηγύρι. Όλο το απόγευμα κι ως αργά τη νύχτα έφταναν από το εσωτερικό και από τη Δυτική και την Κεντρική και από την Ανατολική Μακεδονία μπουλούκια διάφορα κι ετερόκλιτα, με τις πιο παρδαλές μορφές κι ακόμα πιο παρδαλές φορεσιές. Είχε κάθε μπουλούκι το μπαϊράκι του. Το καθένα με το χρώμα του και με ρητά στο γλωσσικό του ιδίωμα. Βουλγαρικά, κουτσοβλάχικα, ελληνικά και τούρκικα. Ήταν όλοι βρώμικοι, κουρελιασμένοι, με προβατοπροβιές τυλιγμένες γύρω στις γάμπες τους, άλλοι με σάκκους κι άλλοι με ταγάρια στους ώμους, με παγούρια, κρεμασμένα στη μέση τους κι άδεια φυσεκλί-κια, σταυρωτά στο στήθος, αξούριστοι, τριχωτοί, γενάτοι, μακρομάλληδες, ταλαιπωρημένοι. Τι ήταν όλοι αυτοί; Αντάρτες, κομιτατζήδες που ανήκαν σε τρεις-τέσσερες οργανώσεις. Κατέβαιναν από τα βουνά, όπου σφάζανε οι μεν τους δε, με τον πιο άγριο τρόπο, δολοφονούσαν παπάδες και προεστούς, άνοιγαν σκολειά κι εκκλησίες, χωριά ολάκερα - ακόμα λίγες μέρες πριν. Και τώρα κατέβαιναν στη Θεσσαλονίκη "ν' αδερφωθούν". Το νεοτουρκικό Κομιτάτο "Ένωση-Πρόοδος"με την κήρυξη του Συντάγματος είχε δώσει γενική αμνηστία - όχι μόνο σ' αυτούς, που κυκλοφορούσαν στην ύπαιθρο.αλλά και σ' όσους γέμιζαν τις τουρκικές φυλακές της Μακεδονίας, τους δράστες των πιο φριχτών εγκλημάτων κατά των μαρτυρικών πληθυσμών. Όλοι αυτοί οι "πανηγυριστές του Συντάγματος" είχαν βάφει τα χέρια τους έως τους αγκώνες σ' αίμα, προ πάντων ελληνικό. Το πρόγραμμα τους, που το είχαν βάλει σε πράξη από χρόνια, ήταν η εξόντωση του ακμαίου ελληνικού στοιχείου για ν' αλλάξουν όσο μπορούσαν την εθνολογική σύνθεση της Μακεδονίας και να την παρουσιάσουν βουλγαρική. Τα στελέχη του Κομιτάτου "Ένωση-Πρόοδος" περίμεναν όλους αυτούς τους πρά-χτορες και τα εχτελεστικά όργανα των σκοτεινών αυτών οργανώσεων, για να τους μιλήσουν από το μπαλκόνι του μεγάλου τότε ξενοδοχείου "Σπλεντίτ". Ο Εμβέρ μπέης κι ο ντοκτόρ Ναζίμ μπέης είχανε βραχνιά-σει να βγάζουν δεκάρικους λόγους. Ανάμεσα στα πλήθη αυτά ήταν μπόλικοι Βούλγαροι αξιωματικοί, μεταμφιεσμένοι σε χωριάτες, παπάδες, δασκάλους, όργανα των δύο κομμάτων της Σόφιας, που είχαν οργιάσει στη Μακεδονία. Κάτω, στο δρόμο, άνθρωποι των Νεότουρκων, τους μοίραζαν κονκάρδες, από άσπρο και κόκκινο ατλάζι. Και φαντάζομαι τα γελοία που' καναν από μέσα τους, όταν τις κάρφωναν στα στήθεια τους... Με τους απαίσιους αυτούς τύπους έπρεπε να διαγωνιζόμαστε τώρα, σ' αυτές τις ατελείωτες διαδηλώσεις της Θεσσαλονίκης, υπέρ του Συντάγματος."
Τετάρτη 29 Ιουλίου 1908
Ξ |
ΗΜΕΡ/3ΣΕ Η ΕΚΤΗ ΜΕΡΑ μετά την επανάσταση. Οι πολιτικές, διοικητικές και αστυνομικές αρχές της Θεσσαλονίκης επανέλαβαν τη λειτουργία τους. Η πραγματική όμως εξουσία βρίσκονταν στα χέρια του του Κομιτάτου. Τα ελληνικά προξενεία Θεσσαλονίκης και Μοναστηρίου κατέληξαν στο σύστημα που θα ακολουθούσαν για τη διάλυση των ανταρτικών ομάδων, με δεδομένη πλέον την απόφαση των Βουλγάρων να παραδοθούν. Οι παρακάτω διαταγές διαβιβάστηκαν στους αρχηγούς σωμάτων και στους οπλαρχηγούς:
- Σε
κάθε πόλη ή κωμόπολη πρώτα θα παραδίδε
ται η βουλγαρική ανταρτική ομάδα και μετά η ελλη
νική.
- Η
παράδοση οπλισμού θα έχει συμβολικό μόνο
χαρακτήρα. Ο κύριος οπλισμός θα κρύβεται στην
κάθε περιοχή.
- Θα
παραδίδονται μονάχα Μακεδόνες οπλαρχη
γοί και άνδρες, ατομικά ή σε μικρές ομάδες.
- Αξιωματικοί
και υπαξιωματικοί της ελεύθερης
Ελλάδας θα παραμείνουν κρυμμένοι και θα φυγαδευ
τούν με κάθε τρόπο στην Ελλάδα. Δεν πρέπει επ' ουδενί
τρόπω να
δοθεί η εντύπωση προς τους Τούρκους και
τους ξένους παρατηρητές ότι στην άμυνα της
Μακεδονίας συμμετείχαν μαχητές από την
Ελλάδα.
Επίσης κρίνεται ότι δεν επιτρέπεται
σε Έλληνες αξιω
ματικούς να υποταχθούν στη θεατρική
πράξη της παρά
δοσης όπλων, κάτι που θα σπίλωνε την
αξιοπρέπεια
τους.
- Θα
παραμείνουν στον Όλυμπο ορισμένοι ένο
πλοι πυρήνες που θα χρησίμευαν ως συνδετικός κρί
κος ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Μακεδονία.
- Ορισμένοι
Έλληνες οπλαρχηγοί θα παραμείνουν
ως
πράκτορες μέχρι νεωτέρας διαταγής.
- Οποιαδήποτε
παράδοση θα γίνεται με την πρότε
ρη έγκριση
του γενικού προξενείου Θεσσαλονίκης ή
Μοναστηρίου.
Τα παραπάνω έδιναν τέλος στις διακηρύξεις των Νεότουρκων για την αυθόρμητη και ενθουσιώδη παράδοση των ελληνικών ανταρτικών ομάδων. Το ελληνικό προξενείο καθόρισε με απόλυτη τάξη, πλην ορισμένων εξαιρέσεων, τη σειρά και τον αριθμό των μακεδονομάχων που θα "παραδίδονταν".
***
Εμφανίστηκε στη Θεσσαλονίκη ο βουλγαροφάγος της περιοχής Λαγκαδά, ο αμούστακος καπετάνιος Γιάννης Ράμναλης με τη συντροφιά του, ξαφνιάζοντας Τούρκους και Βουλγάρους, που αντιλήφθηκαν ότι αυτό το παιδαρέλι τους είχε τρομοκρατήσει για τόσους μήνες. Οι Νεότουρκοι αξιωματικοί βιάζονταν ποιος πρώτος θα φωτογραφηθεί μαζί του και οι Έλληνες
|
αιίιτερα: Οι Βούλγαροι κομιτατζήδες από το Κιλκίς ΤοάοΓ Ιναπον και Οεΐί Κανεά, με οπαδούς τους. )Έκδοση: ΒεπαυΆαχίίη). δεξια: Ο Ρουμανόβλαχος κομιτατζής Νταρλαγιάννης με συντρόφους του. (Έκδοση: Βατζίΐαί).
ποιος πρώτος θα τον περιποιηθεί. Ο Γιάννης Ράμναλης από τη Ράμνα ή Ράβνα (υπήρχαν πέντε χωριά μ' αυτό το όνομα - τρία στα νότια του νομού Κιλκίς, ένα στο νομό Σερρών και ένα στο νομό Χαλκιδικής. Πιθανότερο είναι το σημερινό χωριό Πετροκέρασα στη Χαλκιδική) είχε προσχωρήσει στον αγώνα το φθινόπωρο του 1904. Από το 1906, με την έγκριση του προξενείου Θεσσαλονίκης, δημιούργησε το δικό του μικρό σώμα με νεαρούς αγρότες στην περιοχή του Λαγκαδά. Τη μέρα ζούσαν ανάμεσα στους Τούρκους και στους Βουλγάρους δουλεύντας κανονικά στα χωράφια χωρίς κανείς να τους υποψιάζεται και τη νύχτα γίνονταν ο τρόμος και ο φόβος της περιοχής και ιδιαίτερα του Ζάροβου (= Νικόπολη, επαρχίας Λαγκαδά), που πρώτη είχε ενταχθεί στην Εξαρχία. Αξίζει να σημειωθεί ότι την Κυριακή 15 Νοεμβρίου 1908 δόθηκε στο θέατρο του Ομίλου των Φιλόμουσων ευεργετική παράσταση του θιάσου του Κονιτσιώτη για να τιμήσουν τον Γιάννη, τα έσοδα της οποίας πήγαν υπέρ της εκκλησίας του χωριού Ράμνα.
Πέμπτη 30 Ιουλίου 1908
Ι ι ΑΘΡΟΑ προσελευση Ελλήνων οπλαρχηγών και
^Ιβουλγάρων κομιτατζήδων από τη μακεδόνικη
Ι Ι ύπαιθρο συνεχίστηκε. Το μεσημέρι έφθασε από
τη Γευγελή ο κρητικός καπετάνιος Στέλιος Κοκκινάκης,
του σώματος Καραπάνου, με 12 άνδρες του έχοντας
παρουσιαστεί την προηγουμένη στη Γευγελή. Ο επιλοχίας του ελληνικού στρατού, Χρήστος Καραπάνος (= Πάνος Μελάς) έδρασε στο τρίγωνο που ορίζεται από τα Γιαννιτσά, την Έδεσσα και τη Γευγελή με κέντρο το όρος Πάικο και την Καρατζόβα (= Αλμωπία). Όταν ο Καραπάνος έλαβε τη διαταγή από το προξενείο Θεσσαλονίκης, ειδοποίησε τους διάφορους οπλαρχηγούς του να κρύψουν τα όπλα στα χωριά και να παρουσιαστούν στις τοπικές αρχές της Αριδέας και της Γευγελής. Ο ίδιος παρέμεινε στην περιοχή ως πράκτορας, περιοδεύοντας τα χωριά και συντονίζοντας τον αγώνα έως το φθινόπωρο του 1908.
***
Λίγο αργότερα κατέφθασε στη Θεσσαλονίκη ο οπλαρχηγός Α' τάξης Γκόνος Γιώτας από τα Γιαννιτσά με δώδεκα από τους άντρες του και οι Νεότουρκοι του επιφύλαξαν ιδιαίτερα μεγάλες τιμές. Ο Γκόνος Γιώτας γεννήθηκε το 1866 στα Γιαννιτσά. Από το Φεβρουάριο του 1905 έδρασε στη λίμνη των Γιαννιτσών - ο βάλτος και οι καλύβες του ήταν το πραγματικό του σπίτι. Ο στρατηγός Κάκκαβος τον ονόμασε "το στοιχείο της λίμνης". Ασπονδος του εχθρός ο βούλγαρος αρχικομι-τατζής Αποστόλ Πέτκωφ. Μετά τις εκδηλώσεις γύρισε στα Γιαννιτσά για να αντιμετωπίσει τον Πέτκωφ και αργότερα έφυγε για την Αθήνα φοβούμενος δολοφονική απόπειρα των Τούρκων. Σύμφωνα με τον Γ. Μόδι], την
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου